Λούσι

Λούσι
Συμβατική ονομασία που αποδόθηκε σε σκελετό που βρέθηκε στο Χαντάρ της Αιθιοπίας το 1974 από τον Ντόναλντ Γιόχανσον και τους συνεργάτες του. Ο σκελετός αυτός –κατά 40% πλήρης– αντιστοιχεί στο είδος Australopithecus afarensis, που ανήκει στους πρώιμους ανθρωπίδες, δηλαδή τους παλαιότερους προγόνους των ανθρώπων που εμφανίζουν δίποδη βάδιση. Η Λ. έχει ηλικία 3,5 εκατ. χρόνων και φέρει αρκετές ομοιότητες με τους ανθρωποειδείς πιθήκους, όπως είναι τα παράλληλα δόντια, τα έντονα υπερόφρυα τόξα και το στρογγυλό κρανίο, ενώ έχει εξακριβωθεί και η εξάρτησή της από τα δέντρα· ωστόσο, αποτελεί οριστικά ένα ανθρωπιδικό είδος, λόγω του ότι παρουσιάζει δίποδη βάδιση, όπως μαρτυρούν ίχνη από πατημασιές της ίδιας ηλικίας που βρέθηκαν στην ίδια περιοχή. Παρά την ονομασία της, η Λ. αποδείχθηκε προσφάτως ότι αντιστοιχεί σε αρσενικό άτομο, ύψους περίπου 1 μ. και βάρους 27 κιλών, όπως μαρτυρούν τα οστά της λεκάνης της. Όσον αφορά την κρανιακή της χωρητικότητα, αυτή κυμαίνεται μεταξύ 400 και 500 κ. εκ. Η δίποδη βάδιση της Λ. επιβεβαιώνεται και από τη μορφή των οστών της πυέλου και του μηριαίου καθώς και από την άρθρωση του γονάτου. Η ονομασία της προήλθε από το τραγούδι των Beαtles, «Lucy in the sky with diamonds».

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • λοῦσι — λόω lǎvo pres part act masc/neut dat pl (attic ionic) λόω lǎvo pres ind act 3rd pl (attic ionic) λοῦσις washing fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λοῦσ' — λοῦσα , λόω lǎvo pres part act fem nom/voc sg (attic ionic) λοῦσι , λόω lǎvo pres part act masc/neut dat pl (attic ionic) λοῦσι , λόω lǎvo pres ind act 3rd pl (attic ionic) λοῦσαι , λόω lǎvo pres part act fem nom/voc pl (attic ionic) λοῦσαι ,… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαθρυλοῦσι — διαθρυλέω spread abroad pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric) διαθρυλέω spread abroad pres ind act 3rd pl (attic epic doric) διαθρῡλοῦσι , διαθρυλέω spread abroad pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric) διαθρῡλοῦσι ,… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θρυλοῦσ' — θρῡλοῦσα , θρυλέω make a confused noise pres part act fem nom/voc sg (attic epic doric) θρῡλοῦσι , θρυλέω make a confused noise pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric) θρῡλοῦσι , θρυλέω make a confused noise pres ind act 3rd pl… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θρυλοῦσι — θρῡλοῦσι , θρυλέω make a confused noise pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric) θρῡλοῦσι , θρυλέω make a confused noise pres ind act 3rd pl (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καθομιλοῦσι — καθομιλέω conciliate by daily intercourse pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric) καθομιλέω conciliate by daily intercourse pres ind act 3rd pl (attic epic doric) καθομῑλοῦσι , καθομιλέω conciliate by daily intercourse pres part act… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πιλοῦσι — πῑλοῦσι , πιλέω compress wool pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric) πῑλοῦσι , πιλέω compress wool pres ind act 3rd pl (attic epic doric) πιλόω contract pres part act masc/neut dat pl (attic ionic) πιλόω contract pres ind act 3rd pl… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσομιλοῦσι — προσομιλέω hold intercourse with pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric) προσομιλέω hold intercourse with pres ind act 3rd pl (attic epic doric) προσομῑλοῦσι , προσομιλέω hold intercourse with pres part act masc/neut dat pl (attic epic …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συλοῦσι — σῡλοῦσι , συλάω strip off pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) σῡλοῦσι , συλάω strip off pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνομιλοῦσι — συνομιλέω converse with pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric) συνομιλέω converse with pres ind act 3rd pl (attic epic doric) συνομῑλοῦσι , συνομιλέω converse with pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric) συνομῑλοῦσι ,… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”